βεβαίωσε

βεβαίωσε
βεβαιόω
confirm
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ραδιοηλεκτρολογία — Τεχνική που επιτρέπει τη μετάδοση μηνυμάτων, ήχων ή εικόνων σε μεγάλη απόσταση με τη βοήθεια των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Η ρ. είναι συλλογικό έργο, οφείλεται δε σε εφευρέτες επιστήμονες και τεχνικούς, που ανήκουν σε διάφορα έθνη. Το 1845 ο Μ.… …   Dictionary of Greek

  • Βισλικένους, Γιοχάνες — (Johannes Wislicenus,Κλάιν Άιχστατ 1835 – Λειψία 1902).Γερμανός φυσικός. Ο Β. ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο των σπουδών του στη Θουριγκία, και το 1853 πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθώντας τον αδελφό του, θύμα των θρησκευτικών αντιθέσεων. Όταν… …   Dictionary of Greek

  • Λεόντιος — I Όνομα διαφόρων ιστορικών προσώπων της βυζαντινής εποχής. 1. Αθηναίος φιλόσοφος (4ος αι.). Ήταν εθνικός στο θρήσκευμα και ασκούσε το επάγγελμα του δασκάλου παραδίδοντας μαθήματα φιλοσοφίας και ρητορικής. Από την εργασία αυτή απέκτησε μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • Πάρσονς, Γουίλιαμ — (Parsons William, 1800 – 1867). Ιρλανδός αστρονόμος. Διετέλεσε μέλος αργότερα πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου. Το 1845 κατασκεύασε ένα ανακλαστικό τηλεσκόπιο με κάτοπτρο 182 εκ., το οποίο εγκατέστησε στο Μπιρ Κασλ της Ιρλανδίας. Με… …   Dictionary of Greek

  • Πίκερινγκ — (Pickering). Επώνυμο 2 αδελφών Αμερικανών αστρονόμων. 1. Γουίλιαμ Χένρι (Βοστώνη 1858 – Μάντεβολ, Τζαμάικα 1938). Συνεργάστηκε αρχικά με τον αδελφό του Έντουαρντ Τσαρλς Π. Ασχολήθηκε με τις εγκαταστάσεις του Φλάγκσταφ στην Αριζόνα. Οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”